ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΒΛΑΣΑΙΩΝ
«ΤΟ ΒΛΑΣΗ»
Η ΒΟΥΦΡΑΔΑ ΣΤΟ ΒΙΛΑΕΤΙ ΤΗΣ ΜΕΘΩΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΑΒΑΡΙΝΟΥ
Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΙ Η ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΟΥΚΛΑΣ
Οι Τούρκοι κατάργησαν τα διαμερίσματα των Ενετών και επέβαλαν μια διαφορετική διοικητική διαίρεση. Συγκεκριμένα, χώρισαν την περιοχή στα παρακάτω εννέα βιλαέτια (1): 1. Φαναριού, 2. Αρκαδιάς, 3. Ναβαρίνου, 4. Μεθώνης, 5. Κορώνης, 6. Ανδρούσας, 7. Νησιού, 8. Ιμπλακίων και Μικρομάνης και 9. Καλαμάτας.
Η Βουφράδα χωρίστηκε περίπου στη μέση. Ένα μεγάλο τμήμα εντάχτηκε στο βιλαέτι της Μεθώνης και το υπόλοιπο στο βιλαέτι του Ναβαρίνου.
Το βιλαέτι της Μεθώνης έφτανε μέχρι τα χωριά Γκρίζι, Χαλαμπρέζα και Βλαχόπουλο. Το ποτάμι που ξεκινά από τη Μεγάλη Βρύση, κάτω από το Κοντογόνι, και περνά στο Κρυόρρεμα, στου Ζαρκουμάνου, στο Μύλο Μπάρκα, στο Μύλο Λιακόπουλου και φτάνει στο Μύλο Κούπα, ήταν τα σύνορα του βιλαετιού αυτού (2).
Το βιλαέτι του Ναβαρίνου περιελάμβανε αρκετά χωριά του Λυκοδήμου, έπιανε μια ζώνη δυτικά του Μαγκλαβά και έφτανε μέχρι το χωριό Αληκοντούζι.
Αν εξετάσουμε τα δύο αυτά βιλαέτια, θα δούμε ότι τα κριτήρια της διαίρεσης δεν είναι καθαρά γεωγραφικά αλλά έγιναν με βάση τα διάφορα τσιφλίκια. Τα σύνορα των τσιφλικιών καθόριζαν και τα σύνορα των βιλαετιών.
Το κάθε βιλαέτι διοικούσε ο βοεβόδας, ο οποίος υπάκουε στο μόρα-βαλεσί της Πελοποννήσου (3). Οι βοεβόδες ανήκαν στην αριστοκρατία των Τούρκων και διορίζονταν από το μόρα-βαλεσί. Είχαν μεγάλη δύναμη εξουσίας και διέθεταν και στρατιωτική δύναμη. Σ΄ αυτούς έφταναν οι φόροι και αυτοί διόριζαν τους κατήδες και τους φρούραρχους. Στην πρωτεύουσα κάθε επαρχίας εγκαθίσταντο Τούρκοι για να εξουσιάζουν τους ραγιάδες. Σε στρατηγικής σημασίας μέρη κατοικούσαν και Τούρκοι και Έλληνες. Έτσι, για παράδειγμα, στο χωριό Νερόμυλος κατοικούσε ο Τούρκος αγάς Μίσκας. Μάλιστα, ο αγάς έδωσε και το όνομά του στο χωριό, που εθεωρείτο επί Τουρκοκρατίας σημείο «κλειδί». Στη θέση Αλώνια του χωριού αυτού συγκέντρωναν οι ραγιάδες τα σιτηρά και εκεί πήγαινε ο αγάς για να εισπράξει τη φορολογία, τη λεγόμενη «δεκάτη». Τέτοια θέση «κλειδί» ήταν και η περιοχή Παλιόπυργος του Σουληναρίου.
Τα περισσότερα χωριά ήταν χωρισμένα σε μαχαλάδες. Για παράδειγμα το Βλάση ήταν χωρισμένο σε δυο μαχαλάδες. Στον ανατολικό μαχαλά, που ήταν ο μεγαλύτερος και στο δυτικό, που ήταν ο μικρότερος.
Από το 1715 μέχρι το 1770 που ξέσπασε η επανάσταση των αδερφών Ορλώφ, η Βουφράδα, όπως και όλη η Μεσσηνία, πέρασε μια περίοδο με άφθονα προϊόντα σε χαμηλές τιμές: «Τα μεγάλα ζώα, βόδια κι άλογα έφταναν να πουλιούνται 100 παράδες, τα γαϊδούρια 80, τα πρόβατα και τα γουρούνια από 20-30 παράδες. Σαράντα οκάδες σιτάρι ή δέκα οκάδες βούτυρο 40 παράδες, είκοσι οκάδες τυρί 40 παράδες, πενήντα μπότσες κρασί 20 παράδες κ.λ.π. Τον καιρό αυτό και κυρίως γύρω στα 1750, το τούρκικο γρόσι είχε πάρει μια σημαντική ανατίμηση σε σχέση με τ΄ άλλα ευρωπαϊκά νομίσματα. Το αυστριακό τάλληρο της Ρεγγίνας έπιανε μόνο 70 παράδες και 3 γρόσια είχε το βενέτικο φλωρί. Τον καιρό αυτό λεγόταν πλούσιος όποιος κρατούσε στο «κεμέρι» του από 100-200 γρόσια (4).
Στο σημείο αυτό θα πρέπει ν΄ αναφέρουμε τη μεγάλη μάστιγα που έπληξε τη Βουφράδα γύρω στα 1755. Ήταν η φοβερή αρρώστια της πανούκλας που αποδεκάτισε τα χωριά της περιοχής (5). Βέβαια, η αρρώστια αυτή ήταν γνωστή στην Ευρώπη από το 1346. Μάλιστα τη χρονική περίοδο 1346-1356 «θέρισε» 25.000.000 Ευρωπαίους. Εκδηλωνόταν με δυνατό ρίγος, υψηλό πυρετό και προκαλούσε τρομερές φλεγμονές στους λεμφικούς αδένες, τους οποίους κυριολεκτικά κατέστρεφε. Δεκάδες ήταν τα θύματα της τρομερής αυτής αρρώστιας και στη Βουφράδα. Μάταια το 1767 ο μεγάλος Άγγλος γιατρός Τζον Θόρνμπουλ θα προσπαθήσει να σταματήσει το κακό στη Μεσσηνία. «Το 1717-18 πέθαναν στη νότια Μεσσηνία από επιδημία πανώλης περίπου 2.000 άτομα σε διάστημα τριών μηνών. Η περιοχή αυτή, αποτελούμενη από τους καζάδες Καλαμάτας, Ανδρούσας, Κορώνης, Μεθώνης και Ναβαρίνου, είχε σύμφωνα με ασφαλή στατιστικά στοιχεία, 20-22.000 κατοίκους. Έχασε δηλαδή το 9-10% του πληθυσμού της. Φυσικά η νότια Μεσσηνία είναι ένας από τους πιο ευαίσθητους στις επιδημίες χώρους της Ελλάδας. Μια έκταση 2.000 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων (οι σημερινές επαρχίες Καλαμάτας, Μεσσήνης και Πυλίας), περικυκλωμένη από τρία λιμάνια-σταθμούς (Κορώνη, Μεθώνη και Ναβαρίνου) και μια πόλη με συνεχείς θαλάσσιες επικοινωνίες (Καλαμάτα) δύσκολα μπορεί να προφυλαχτεί από τις επιθέσεις των επιδημιών» (6).
Η Μεσσηνία αλλά και ολόκληρη η Ελλάδα (7) αποδεκατίστηκαν και μόνο μετά το 1894, οπότε ο Γάλλος Γερσέν μπόρεσε και απομόνωσε το βακτηρίδιο της πανούκλας, άρχισε να καλυτερεύει η κατάσταση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ