Οι πολιτικοί σχηματισμοί δημιουργούνται, αναπτύσσονται και αγκαλιάζονται από κοινωνικά στρώματα μόνο όταν υπάρχει πολιτικό κενό που επιτρέπει στον πολιτικό τους λόγο να παρουσιάσει τον σχεδιασμό τους μέσα από τον οποίο θα δίνεται αξιόπιστη απάντηση στη λύση των μικρών και μεγάλων προβλημάτων των πολιτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πολιτικό κενό που είχε δημιουργηθεί στον χώρο της κεντροαριστεράς το 1960. Τότε η κεντροαριστερά ήταν κατακερματισμένη και εκφραζόταν μέσα από το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ηλία Τσιριμώκου, τους Φιλελεύθερους του Γιώργου Παπανδρέου και του Σοφοκλή Βενιζέλου, την ΕΠΕΚ του Σάββα Παπαπολίτη, το Δημοκρατικό Κόμμα του Στέλιου Αλλαμάνη, τη Νέα Πολιτική Κίνηση του Γεωργίου Μαύρου και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και άλλων μικρότερων πολιτικών εκφράσεων. Η ανάγκη δημιούργησε συνθήκες ενιαίας έκφρασης και έτσι δημιουργήθηκε η Ένωση Κέντρου με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου που αγκαλιάστηκε από τον λαό, έκφρασε τις ελπίδες του και έγινε κυρίαρχη πλειοψηφούσα πολιτική δύναμη. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι το πολιτικό κενό που είχε δημιουργηθεί στον χώρο της κεντροαριστεράς το 1974 μετά την πτώση της δικτατορίας. Τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου διορατικός καθώς ήταν διαπίστωσε ότι η Ένωση Κέντρου δεν μπορούσε να εκφράσει την κεντροαριστερά γι΄ αυτό και κάλυψε τον πολιτικό χώρο με δυναμικό τρόπο μέσα από το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο κάλυψε την κεντροαριστερά αλλά συμπίεσε τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, αγκαλιάστηκε από τον λαό, κυριάρχησε ιδεολογικά και έγινε για πολλά χρόνια κυρίαρχη κυβερνητική δύναμη.
Το ερώτημα είναι αν σήμερα υπάρχει πολιτικό κενό στον χώρο της κεντροαριστεράς κι αν ναι, από ποιον θα εκφραστεί;
Ο Αλέξης Τσίπρας θεώρησε ότι μπορεί πολιτικά να μετακινηθεί πάνω στην ιδεολογική οριογραμμή και να γίνει αυτός εκφραστής της κεντροαριστεράς. Σ΄ αυτή την κατεύθυνση τον παρότρυναν και κάποιοι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές. Εξάλλου η μεταγραφή φιλόδοξων στελεχών από τον χώρο του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ στις δυνάμεις του με ταυτόχρονη απομάκρυνση στελεχών της ακραίας πτέρυγάς του, που αλλοίωναν το μήνυμα, βοηθούσε τα μέγιστα ώστε αυτός να είναι ο νέος εκφραστής της κεντροαριστεράς.
Από την άλλη μεριά ο κατακερματισμένος χώρος της κεντροαριστεράς μπροστά στον κίνδυνο της πολιτικής εξαφάνισης άφησε κατά μέρος τις όποιες διαφορές και αντιδικίες είχε, έκανε τις υπερβάσεις του και αποφάσισε να ενοποιηθεί ώστε αυτός να συνεχίσει να είναι ο γνήσιος εκφραστής της κεντροαριστεράς, του σοσιαλιστικού χώρου και της οικολογίας. Ένα εγχείρημα που πέρασε μέσα από συμπληγάδες. Τελικά κάτω από την ομπρέλα του Κινήματος Αλλαγής τάχτηκαν κόμματα που μέχρι τότε φάνταζε αδύνατον αφού καθημερινά διαφωνούσαν και συγκρούονταν στην ηγεσία και στη βάση τους. Τάχθηκαν στην ίδια πορεία και σε κοινό στόχο το ΠΑΣΟΚ με τη Φώφη Γεννηματά, το ΠΟΤΑΜΙ με τον Σταύρο Θεοδωράκη, το ΚΙΔΗΣΟ με τον Γιώργο Παπανδρέου, η ΔΗΜΑΡ με τον Θανάση Θεοχαρόπουλο και άλλοι μικρότεροι σχηματισμοί και εκφράσεις πολιτών.
Κανείς δεν περίμενε το εγχείρημα να έχει επιτυχία. Εξάλλου τα δημοσκοπικά ευρήματα δεν σε προδιέθεταν θετικά. Κι όμως ξαφνικά πάνω από 210.000 πολίτες έτρεξαν να συμμετάσχουν στην ανάδειξη της Φώφης Γεννηματά στην ηγεσία του νέου πολιτικού φορέα στέλνοντας το δικό τους σαφέστατο μήνυμα. Ήταν φανερό ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είχαν πολιτικά καλύψει το κενό όπως μέχρι τότε στον δημόσιο λόγο τους ισχυρίζονταν.
Κάπως έτσι το Κίνημα Αλλαγής εκμεταλλευόμενο και τη συγκυρία άρχισε να δημιουργεί τις προϋποθέσεις έκφρασης πολιτικής δύναμης αναγκαίας για την πατρίδα, τη σταθερότητα του κοινοβουλευτικού συστήματος. Αν κάποιος αποκρυπτογραφήσει τον πολιτικό λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Γιάννη Δραγασάκη στο 1ο ιδρυτικό συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής θα διαπιστώσει ότι πίσω από κάθε έκφραση του λόγου τους υπήρχε ένα κάλεσμα συμπόρευσης με το Κίνημα Αλλαγής. Αυτοί που μέχρι τότε στον δημόσιο λόγο τους μιλούσαν με τις πιο υποτιμητικές και απαξιωτικές εκφράσεις, ιδιαίτερα για το ΠΑΣΟΚ, τώρα τα είχαν όλα ξεχάσει και διαγράψει και ζητούσαν κοινή πορεία. Τόσο παράξενος ήχησε ο λόγος τους στους 5.000 συνέδρους που καταχειροκροτήθηκε στέλεχος του Κινήματος Αλλαγής όταν είπε: «Μας ζητούν συνεργασία για την εξουσία, εμείς τους ζητήσαμε συνεννόηση για την πατρίδα και την αρνήθηκαν».
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν το Κίνημα Αλλαγής θα μπορέσει και σε επίπεδο εθνικών εκλογών να εκφραστεί δυναμικά ώστε να δημιουργήσει ισχυρή βουλευτική έκφραση ή θα αποδυναμωθεί μέσα από την τεχνική πόλωση που θα προσπαθήσουν να επιβάλλουν Τσίπρας και Μητσοτάκης; Μέσα στο ρευστό πολιτικό κλίμα κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα. Ο πολιτικός χρόνος μέχρι τις εθνικές εκλογές είναι και μικρός και ταυτόχρονα μεγάλος και πολλά μπορούν να συμβούν μέρα με την ημέρα αφού οι εθνικές, οι γεωστρατηγικές και οι οικονομικές συνθήκες είναι αστάθμητοι παράγοντες. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να αλλάξει τις πολιτικές ισορροπίες στην Ελλάδα και να γίνει κυρίαρχος πολιτικός παίχτης. Ο χρόνος θα δείξει….